Μία καινούρια έρευνα, αναφέρει ότι το να αισθανόμαστε ικανοποιημένοι με τη ζωή μας μπορεί να ωφελήσει την καρδιά μας.
Το επίπεδο ικανοποίησης των ατόμων που συμμετείχαν στην έρευνα σε σχέση με την εργασία τους, την οικογένεια τους, τη σεξουαλική ζωή τους και γενικότερα με τον εαυτό τους συνδέεται με τον κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου. Όσο μεγαλύτερη η ικανοποίηση μας, τόσο περισσότερο μειώνεται ο κίνδυνος, δηλώνουν οι ερευνητές.
Τα αποτελέσματα βασίζονται σε έρευνες 8.000 περίπου Βρετανών που εργάζονται στην κυβέρνηση. Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν σε περίπου επτά τομείς της καθημερινής ζωής των συμμετεχόντων: σχέσεις αγάπης, δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, βιοτικό επίπεδο, εργασία, οικογένεια, το φύλο και τον εαυτό τους. Τους ζητήθηκε να βαθμολογήσουν την ικανοποίηση που αισθάνονται σε κάθε τομέα χρησιμοποιώντας μια κλίμακα από το 1 (πολύ δυσαρεστημένος) έως το 7 (πολύ ικανοποιημένος).
Μέσα στα επόμενα έξι χρόνια, οι ερευνητές παρακολούθησαν τους ιατρικούς φακέλους των συμμετεχόντων για θανάτους που σχετίζονταν με τη στεφανιαία νόσο, για μη θανατηφόρα εμφράγματα, στηθάγχη ή πόνο στο στήθος.
Τα άτομα με τα υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή τους παρουσίασαν 13% λιγότερες πιθανότητες εμφάνισης της στεφανιαίας νόσου. Η ικανοποίηση από τη δουλειά, την οικογένειά, το φύλο και τον εαυτό τους, φαίνεται να έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προστασία ενάντια σε καρδιακές παθήσεις.
Τα αποτελέσματα βγήκαν αφού οι ερευνητές έλαβαν υπόψη τους και άλλους παράγοντες κινδύνου καρδιακής νόσου όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση και ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ).
Ενώ η κατάθλιψη και το άγχος έχουν εδώ και καιρό αναγνωριστεί ως παράγοντες που αυξάνουν τις πιθανότητες παρουσίασης καρδιακών παθήσεων, υπήρχε κάποια επιφύλαξη όσον αφορά τα οφέλη μιας θετικής ψυχολογικής κατάστασης, όπως η ικανοποίηση που αισθανόμαστε από τη ζωή μας.
“Τα παραπάνω ευρήματα υποδηλώνουν ότι τα άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου πρέπει να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους ώστε να ενισχυθεί η θετική ψυχολογία τους, και όχι μόνο για να περιοριστεί η αρνητική ψυχολογία τους” δήλωσε η ερευνήτρια Julia Boehm, της Δημόσιας Σχολής Υγείας του Χάρβαρντ στη Βοστόνη.
www.skepsou.gr, 29 Φεβρουαρίου 2012. Πηγή LiveScience.
0 Σχόλια