Οι υπολογιστές και το διαδίκτυο αλλάζουν τη φύση της μνήμης μας σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science.
Ψυχολογικά πειράματα έδειξαν ότι όταν θέτονται δύσκολες ερωτήσεις στους συμμετέχοντες, αυτοί άρχιζαν σκεφτόμαστε τους υπολογιστές. Όταν γνώριζαν ότι θα είχαν πρόσβαση σε σχετικά δεδομένα μέσω υπολογιστή τότε παρουσίασαν μειωμένη ανάκληση μνήμης σχετικά με αυτά, ενώ συγχρόνως είχαν ενισχυμένη μνήμη όσον αφορά τη θέση που τα σχετικά δεδομένα βρίσκονταν αποθηκευμένα στον υπολογιστή. Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι το διαδίκτυο ενεργεί ως “δοσοληπτική μνήμη” στην οποία στηριζόμαστε για να “θυμάται” για εμάς.
Η συγγραφέας Betsy Sparrow του πανεπιστημίου Columbia αναφέρει ότι η δοσοληπτική μνήμη “είναι μια ιδέα ότι υπάρχουν εξωτερικές πηγές μνήμης, ένα είδος αποθηκευτικών ουσιαστικά χώρων που βρίσκονται σε άλλους ανθρώπους. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι αυθεντίες σε κάποια πράγματα και τους το επιτρέπουμε να είναι, τους θεωρούμε υπεύθυνους για συγκεκριμένα είδη πληροφοριών” εξηγεί στο BBC.
Ο δεύτερος συγγραφέας του άρθρου Daniel Wegner, που βρίσκεται τώρα στο πανεπιστήμιο Harvard, ανέφερε πρώτος την έννοια της δοσοληπτικής μνήμης σε ένα βιβλίο με τίτλο “Γνωστική αλληλεξάρτηση σε στενές σχέσεις” ανακαλύπτοντας ότι ζευγάρια που βρίσκονταν σε μια μακροχρόνια σχέση βασίζονταν ο ένας στον άλλον ως “τράπεζα μνήμης” .
Το που και όχι το τι
Το πρώτο μέρος της έρευνας εξέταζε αν οι συμμετέχοντες ήταν προδιατεθειμένοι να σκέφτονται τους υπολογιστές και το διαδίκτυο όταν έρχονταν αντιμέτωποι με δύσκολες ερωτήσεις. Για να το επιτύχουν, η ομάδα χρησιμοποίησε μια μέθοδο που ονομάζεται τροποποιημένη δοκιμασία Stroop, όπου δοκιμάζεται η ταχύτητα και η ευελιξία του νου, δείχνοντας τις λέξεις “κόκκινο”, “μπλε”, “πράσινο” και ούτω καθεξής γραμμένες με διαφορετικά χρώματα. Ο χρόνος αντίδρασης αυξάνεται όταν αντί για λέξεις χρωμάτων ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να διαβάσουν λέξεις σχετικές με θέματα που μπορεί ήδη να σκέφτονται.
Με αυτόν τον τρόπο η ομάδα παρατήρησε ότι αφού παρουσίασε στους συμμετέχοντες δύσκολες “σωστό ή λάθος” ερωτήσεις, ο χρόνος αντίδρασης σε όρους σχετικούς με το διαδίκτυο ήταν αισθητά μεγαλύτερος, υποδηλώνοντας ότι όταν οι συμμετέχοντες δεν γνώριζαν την απάντηση ήδη σκέφτονταν να τη βρουν χρησιμοποιώντας έναν υπολογιστή.
Ένα άλλο πείραμα παρουσίαζε μια σειρά από πραγματικά γεγονότα σε μορφή αρχείων ηλεκτρονικού υπολογιστή στους συμμετέχοντες. Στους μισούς ζητήθηκε να τα αρχειοθετήσουν σε κάποιους “φακέλους” στον υπολογιστή, ενώ στους άλλους μισούς είπαν ότι τα δεδομένα θα διαγράφονταν. Όταν τους ζητήθηκε να θυμηθούν τα γεγονότα εκείνοι που γνώριζαν ότι οι πληροφορίες δεν θα είναι αργότερα διαθέσιμες είχαν καλύτερη απόδοση από εκείνους που αρχειοθέτησαν τις πληροφορίες. Εκείνοι όμως που περίμεναν ότι οι πληροφορίες θα είναι διαθέσιμες και αργότερα, ήταν εντυπωσιακά καλοί στο να θυμούνται σε ποιο φάκελο αποθήκευσαν τις πληροφορίες αυτές.
“Αυτό υποδηλώνει ότι όσες πληροφορίες μπορούμε να βρούμε online, έχουμε την τάση να τις κρατάμε online όσον αφορά τη μνήμη μας. Τις κρατάμε αποθηκευμένες “έξω” από εμάς” είπε η Δρ Sparrow.
Εξήγησε ότι η τάση των συμμετεχόντων να θυμηθούν τη θέση της πληροφορίας, αντί για την ίδια την πληροφορία είναι ένα σημάδι ότι οι άνθρωποι δεν γίνονται λιγότερο ικανοί στο να θυμούνται πράγματα, αλλά απλώς οργανώνουν μεγάλες ποσότητες διαθέσιμων πληροφοριών με έναν πιο προσβάσιμο τρόπο.
“Δεν πιστεύω ότι η Google μας κάνει λιγότερο ευφυείς, απλώς αλλάζουμε τον τρόπο που θυμόμαστε πράγματα… Όταν μπορείς στις μέρες μας να βρεις πράγματα online ακόμα και όταν περπατάς στο δρόμο, τότε η ικανότητα που πρέπει να έχουμε, αυτό που πρέπει να θυμόμαστε, είναι το που θα πάμε για βρούμε την πληροφορία. Ακριβώς έτσι συμβαίνει και με τους συνανθρώπους μας, η ικανότητα που πρέπει να έχουμε είναι να θυμηθούμε ποιος πρέπει να επιληφθεί συγκεκριμένων θεμάτων ανάλογα με την ειδικότητά του.”
www.skepsou.gr, 27 Σεπτεμβρίου 2011.
0 Σχόλια