Η ανεργία μπορεί να μας προκαλέσει άγχος, όμως το ψυχολογικό τίμημα που πληρώνουμε όταν εργαζόμαστε και δεν αμειβόμαστε καλά ή όταν εργαζόμαστε σε μια υπερβολικά απαιτητική δουλειά μπορεί να είναι αρκετά μεγάλο για την ψυχική μας υγεία και το ίδιο βλαβερό με το αν θα ήμασταν άνεργοι.
Ακόμη το να εργαζόμαστε δεν είναι πάντοτε ωφέλιμο για την ψυχική μας υγεία. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Canberra, στην Αυστραλία, δηλώνουν ότι τα άτομα που έλαβαν μέρος στην έρευνα και ήταν άνεργοι, όταν βρήκαν μια χαμηλής ποιότητας δουλειά η ψυχική τους υγεία χειροτέρεψε.
Ο Joseph Grzywacz, καθηγητής οικογενειακής και κοινωνικής υγείας, στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Wake Forest, στο Winston-Salem, αναφέρει ότι τα ευρήματα της έρευνας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι πολιτικές ενός κράτους δεν θα πρέπει να εστιάζονται μόνο στη μείωση της ανεργίας. Οι συνθήκες εργασίας, τα πρόσθετα επιδόματα, οι ώρες εργασίας και η γενικότερη ευελιξία στη δουλειά, θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη.
“Τα άτομα που μελετούν την απασχόληση και την ανεργία έχουν την τάση να πιστεύουν ότι όλες οι δουλειές είναι το ίδιο” αναφέρει ο Grzywacz στο MyHealthNewsDaily, “Αυτή η έρευνα αποτελεί ένα επιπλέον αποδεικτικό στοιχείο ότι όλες οι δουλειές δεν είναι το ίδιο”.
Απασχόληση και ψυχική υγεία
Σε μια ακόμη έρευνα που έγινε σε 7000 νοικοκυριά στην Αυστραλία από το 2001 έως το 2008 ζήτησαν από τους συμμετέχοντας να χαρακτηρίσουν την εργασία τους βάση τεσσάρων χαρακτηριστικών: το άγχος που προκαλούσε και το πόσο απαιτητική ήταν, ο βαθμός ελέγχου που είχαν οι εργαζόμενοι από τους προϊσταμένους τους, ο βαθμός μονιμότητας της (ή θετική μελλοντική προοπτική), και η δίκαιη αμοιβή. Επιπλέον συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο ψυχικής υγείας που προσδιόριζε τα συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους, καθώς επίσης και θετικά συναισθήματα όπως η ευτυχία και η ηρεμία.
Με την πρώτη ματιά των αποτελεσμάτων φάνηκε ότι εκείνοι που εργάζονταν είχαν καλύτερη ψυχική υγεία από εκείνους που ήταν άνεργοι. Αλλά αφού ελήφθησαν υπόψη επιπλέον παράγοντες που μπορεί να επηρέασαν τα ευρήματα – όπως η ηλικία, το φύλο, η οικογενειακή κατάσταση και η μόρφωση – η κατάσταση της ψυχικής υγείας των ανέργων ήταν ίδια ή ακόμα και καλύτερη από εκείνων των ατόμων που εργάζονταν σε δουλειές που δεν ήταν ποιοτικά καλές. Η ψυχική υγεία στην πορεία του έτους χειροτέρευε για άτομα που εργάζονταν σε δουλειές που δεν τους ικανοποιούσαν, σε σύγκριση με άτομα που παρέμεναν χωρίς εργασία.
Στα άτομα που εργάζονταν σε μια δουλειά και ήταν αρκετά ικανοποιειτική, η βαθμολογία της ψυχικής τους υγείας ήταν αυξημένη κατά 3 βαθμούς μέσο όρο. Αλλά αν αυτά τα άτομα εργάζονταν σε μια δουλειά χαμηλής ποιότητας, η βαθμολογία της ψυχικής τους υγείας έπεφτε κατά 5.6 βαθμούς. Η ψυχική υγεία αυτής της ομάδας ήταν χειρότερη από την υγεία της ομάδας των ατόμων που παρέμεναν άνεργοι σε όλη της διάρκεια της έρευνας. Μια διαφορά μόλις 4-5 βαθμών σε αυτό το τεστ θεωρείται αρκετά σημαντική και σημαίνει ότι υπάρχουν αλλαγές στην ψυχική υγεία ενός ατόμου.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι “τα προγράμματα αύξησης της απασχόλησης θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους την ποιότητα της εργασίας και τις πολιτικές του εργασιακού περιβάλλοντος” έγραψαν οι ερευνητές στο επιστημονικό περιοδικό Occupational and Environmental Medicine.
Τι μπορούμε να κάνουμε;
Ένας από τρόπος για να βελτιώσουμε την ποιότητα της δουλειάς μας είναι να θεσπίσουμε κάποια μέτρα ώστε να μιώσουμε την εργασιακή ανασφάλεια, λέει ο Grzywacz. Για παράδειγμα, το να μην υπάρχει εργασιακή σύμβαση δημιουργεί μια αίσθηση ανασφάλειας επειδή “οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι θα ξημερώσει αύριο”, αναφέρει. Οι εργοδότες θα μπορούσαν να μειώσουν τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου και να αρχίσουν να εφαρμόζουν την ιδέα ότι “αν εργαστείς σκληρά για μια εταιρεία θα έχεις μέλλον σε αυτή την εταιρία.”
“Οι εταιρίες θα μπορούσαν να μειώσουν τον αριθμό των «αναγκαστικών επιλογών» που χρειάζεται να κάνουν οι εργαζόμενοι, όπως για παράδειγμα η επιλογή μεταξύ του να ολοκληρώσουν υποχρεωτικά τη δουλειά τους στον χώρο εργασίας τους ή η να φύγουν για να φροντίσουν το παιδί τους που είναι άρρωστο” λέει ο Grzywacz. Οι εργοδότες θα πρέπει να θεσπίσουν πολιτικές ευέλικτης εργασίας έτσι ώστε οι εργαζόμενοι να μην είναι αναγκασμένοι να επιλέξουν ανάμεσα στη δουλειά και την οικογένειά τους.
Τέλος, η ιδέα ότι μπορούν να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας μειώνοντας τις θέσεις πλήρους απασχόλησης στο μισό τελικά μπορεί να μην είναι ότι το καλύτερο για τους εργαζόμενους. Τα οφέλη της μερικής απασχόλησης μπορεί να μην είναι αρκετά για να υποστηριχθεί μια οικογένεια.
www.skepsou.gr, 5 Μαΐου 2011. Βασισμένο σε άρθρο δημοσιευμένο στο www.MyHealthNewsDaily.com
0 Σχόλια