Αρχικά οι επιστήμονες υποστήριζαν ότι ο έγγαμος βίος αποτελεί εγγύηση για μια καλύτερη υγεία, αργότερα εμφανίστηκαν οι πρώτες αμφιβολίες. Σκέψου, είναι αρκετή η απλή διατήρηση μια έγγαμης σχέσης για να μας κάνει υγιείς και ευτυχισμένους;
Το 1858, ένας Βρετανός επιδημιολόγος ο William Farr μελέτησε την σχέση μεταξύ οικογενειακής κατάστασης και υγείας στην Γαλλία. Χώρισε τον πληθυσμό σε τρεις ομάδες, τους παντρεμένους, τους ανύπαντρους, και τους χήρους/ες. Χρησιμοποιώντας ληξιαρχικά δεδομένα ανέλυσε τα ποσοστά θνησιμότητας για τις τρεις ομάδες σε διάφορες ηλικίες. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι ανύπαντροι είχαν μεγαλύτερα ποσοστά θνησιμότητας από τους παντρεμένους, και οι χήροι βρίσκονταν στην χειρότερη μοίρα.
Ο Farr ήταν από τους πρώτους που υποστήριξαν ότι ο γάμος επηρεάζει θετικά την υγεία μας. Οι παντρεμένοι, σύμφωνα με τα δεδομένα που χρησιμοποίησε, ζούσαν περισσότερο και με λιγότερες ασθένειες.
Παρόλο που η μελέτη του βρίσκει εφαρμογή στην σημερινή κοινωνία, σήμερα υπάρχουν περισσότερες από τρεις κατηγορίες για παράδειγμα ζευγάρια που συζούν αλλά δεν έχουν παντρευτεί, διαζευγμένοι, ή ακόμη και ομοφυλοφιλικά ζευγάρια, τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης του συνεχίζουν να ισχύουν. Φυσικά υπάρχουν επιστήμονες που σωστά επισημαίνουν ότι τα υγιές άτομα έχουν περισσότερες πιθανότητες να παντρευτούν από τα άτομα που πάσχουν από κάποια χρόνια ασθένεια, με αποτέλεσμα τα δεδομένα της μελέτης να είναι σχετικά αλλοιωμένα. Αλλά 150 χρόνια μετά την μελέτη του Farr, σύγχρονοι επιστήμονες συνεχίζουν να τεκμηριώνουν την θετική επιρροή του γάμου στην υγεία μας.
Για παράδειγμα νέες μελέτες αποδεικνύουν ότι οι παντρεμένοι έχουν λιγότερες πιθανότητες να αρρωστήσουν από πνευμονία, να έχουν κάποια εγχείριση, να αναπτύξουν καρκίνο ή να έχουν καρδιακό επεισόδιο. Μια ερευνητική ομάδα από την Σουηδία απέδειξε ότι οι παντρεμένοι και άτομα που συζούν από τα 40-55 τους έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν ανία αργότερα. Μια άλλη μελέτη στην Ολλανδία εξέτασε 24 αιτίες θανάτου – όπως φόνος, αυτοκινητιστικά δυστυχήματα, διάφορες μορφές καρκίνου – και έδειξε ότι σχεδόν σε κάθε κατηγορίας οι ανύπαντροι είχαν πολύ περισσότερες πιθανότητες να πάθουν κάτι από τα παραπάνω από ότι οι παντρεμένοι. Για πολλά χρόνια μελέτες σαν τις παραπάνω έχουν επηρεάσει κυβερνήσεις που έθεσαν πολιτικές για την προώθηση του θεσμού του γάμου. Μόνο στις ΗΠΑ για την περίοδο 2006-2010 η κυβέρνηση ξόδεψε 150 εκατομμύρια δολάρια ετησίως για κοινωνικά προγράμματα που αποσκοπούσαν στην μείωση των διαζυγίων, και στην διαφήμιση της ευεργετικής επιρροής του γάμου στην υγεία μας.
Αλλά παρόλο που είναι ξεκάθαρο ότι ο γάμος επηρεάζει θετικά την υγεία και την ευεξία μας, νέες έρευνες παρουσιάζουν μια διαφορετική οπτική γωνία στο ζήτημα. Για παράδειγμα αποδεικνύουν ότι τα οφέλη δεν υπάρχουν σε άτομα που έχουν προβληματικές σχέσεις, σε αυτές τις περιπτώσεις ο γάμος μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις σε σημείο που η υγεία τους να είναι χειρότερη από τους ανύπαντρους. Μια μελέτη υποστηρίζει ότι γάμοι με προβλήματα, που προκαλούν άγχος μπορούν να έχουν τις ίδιες αρνητικές επιπτώσεις στην καρδιά όπως και το κάπνισμα. Ακόμη, μια μεγάλη μελέτη απέδειξε ότι άτομα που δεν έχουν παντρευτεί έχουν καλύτερη υγεία από τους διαζευγμένους.
Όλα τα παραπάνω υποδηλώνουν ότι παρόλο που η μελέτη του Farr μας οδήγησε προς την σωστή κατεύθυνση, υπερέβαλε την σημασία του θεσμού του γάμου και υποτίμησε την σημασία της ποιότητας και του χαρακτήρα του. Το γεγονός ότι κάποιος είναι παντρεμένος φαίνεται να μην είναι αρκετό για να ωφελήσει την υγεία του. Υπάρχει ξεκάθαρη διάκριση μεταξύ “καλών” και “κακών” σχέσεων που πρέπει να λάβουμε υπόψιν όταν μιλάμε για τα οφέλη του γάμου. Τελικά είναι η σχέση και όχι ο θεσμός που μετράει.
www.skepsou.gr, 7 Φεβρουαρίου 2011. Βασισμένο σε άρθρο των The New York Times.
0 Σχόλια