Η Τουρκία χρησιμοποιεί την διπλωματία της για να χτίσει ειρηνικές σχέσεις με τους γείτονές της, και συγχρόνως έχει πετύχει να γίνει το κράτος με την μεγαλύτερη επιρροή στην Μέση Ανατολή. Σκέψου, η εξέλιξη αυτή είναι θετική για τους γείτονες της Τουρκίας, ή είναι η αρχή μιας νέας “Οθωμανικής Αυτοκρατορίας”;
Ο Άγγλος αξιωματικός, Archibald Wavell, έχοντας δει τους Ευρωπαίους να διαμελίζουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, του “πολέμου που θα έβαζε τέλος σε όλους τους πολέμους”, είπε ότι αντ’ αυτού οι Ευρωπαίοι είχαν δημιουργήσει “μια ειρήνη που θα έβαζε τέλος στην ειρήνη”. Τα λόγια του βγήκαν αληθινά. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν ο κόσμος βίωσε την κακοδιαχείριση της αποικιοκρατίας, πραξικοπήματα, επαναστάσεις, και την επιδημία της σύγχρονης τρομοκρατίας.
Η εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003 μπορεί να ερμηνευθεί ως μια έσχατη προσπάθεια από την εναπομείνασα παγκόσμια υπερδύναμη να βάλει τάξη στην περιοχή. Αντ’ αυτού, το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί ένα κενό εξουσίας που άφησε το Ιράκ αδύναμο να αντισταθμίσει την επιρροή των γειτόνων του. Αυτό το κενό απειλεί να αποσταθεροποιήσει ολόκληρη την περιοχή.
Η Τουρκία, που ήταν η βάση της Οθωμανικής δύναμης, επεδίωξε από τότε να μείνει εκτός πολέμου. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι Τούρκοι βγαίνουν κερδισμένοι. Όσο αφορά τον οικονομικό τομέα η Τουρκία μαζί με το Ιράν είναι οι δυο μεγαλύτεροι εμπορικοί εταίροι του Ιράκ ενώ την ίδια ώρα οι περισσότερες Αμερικανικές εταιρίες έχουν παραγκωνισθεί ανήμπορες να αντιδράσουν. Όσο αφορά την πολιτική επιρροή, η Τουρκία δεν έχει αντίπαλο στην περιοχή. Ο σκληροτράχηλος πρωθυπουργός της Recep Tayyip Erdogan, εργάζεται για την παγίωση της επιρροή της χώρας του στην περιοχή, διακηρύττοντας την ίδια στιγμή τη ανεξαρτησία της Τουρκίας από την κυριαρχία της Αμερικής. Λίγο πριν συναντηθεί με τον πρόεδρο Ομπάμα στην Ουάσινγκτον, ήταν δίπλα δίπλα με τον “στενό φίλο” Μαχμούντ Αχμεντινετζάντ στην Τεχεράνη και υπεραμύνθηκε του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν.
Το παραπάνω συμβάν είναι μόνο ένα παράδειγμα συμπεριφοράς που προβληματίζει τους παραδοσιακούς συμμάχους της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ. Ένα μεγαλύτερο πρόβλημα αφορά την ψύχρανση των σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ. Αιτία για αυτήν την αλλαγή είναι η στρατιωτική επιχείρηση στη Γάζα στις αρχές του 2009 κατά την οποία, σύμφωνα με ανθρωπιστικές οργανώσεις σκοτώθηκαν 1.400 Παλεστοίνιοι. Ο Erdogan αποχώρησε από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ ως ένδειξη διαμαρτυρίας και πρόσφατα ακύρωσε μια συμφωνία που για μια δεκαετία επέτρεπε στην Ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία να εκπαιδεύεται στον Τουρκικό εναέριο χώρο. Ταυτόχρονα, ο Τούρκος πρωθυπουργός έχει κατ’ επανάληψη υποστηρίξει τον πρόεδρο του Σουδάν, Ομάρ αλ-Μπασίρ, λέγοντας ότι δεν είναι δυνατόν να είναι ένοχος για την γενοκτονία στο Νταρφούρ γιατί είναι “καλός Μουσουλμάνος”.
Η μεγαλύτερη ανησυχία της Ουάσινγκτον στην παρούσα φάση, είναι η υποψία ότι η στάση της Άγκυρας δεν προέρχεται τόσο από μια πραγματιστική επιθυμία να αποκομίσει πολιτικά οφέλη στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, αλλά από μια Ισλαμική ιδεολογία που είναι “αδιάκριτα” εμφανής σε πολλές από τις αποφάσεις της. Ο Erdogan επίμονα αρνείται ότι επιτρέπει στην θρησκεία να επηρεάσει την πολιτική της χώρας, αλλά το κυβερνών κόμμα του της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (γνωστό από τα τουρκικά αρχικά του ως ΑΚΠ) έχει βρεθεί στο στόχαστρο της δικαιοσύνης κατ’ επανάληψη με την κατηγορία ότι υποσκάπτει τη συνταγματική προσήλωση της Τουρκίας σε ένα κοσμικό κράτος.
Ακόμη, παρά την επίσημη θέση της Τουρκίας, η στάση της απέναντι στην Ευρώπη δείχνει μια σταθερή ψυχρότητα τα τελευταία πέντε χρόνια ταυτόχρονα με μια εχθρική στάση προς δυτικά ιδρύματα όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. “Κανείς στην κυβέρνηση δεν έχει προσπαθήσει να αναστρέψει τον έντονο αντι-αμερικανισμό στην Τουρκία”, υποστηρίζει ο Kemal Köprülü από τον ανεξάρτητο οργανισμό ΑΡΙ. “Η κυβέρνηση δεν το παραδέχεται, αλλά οι περισσότερες αποφάσεις που λαμβάνονται στην εξωτερική και εσωτερική σκηνή απλά δεν λαμβάνουν υπόψη τις ηθικές αξίες της Δύσης”.
Στην Τουρκία ο αντι-αμερικανισμός έφτασε στο απόγειο του το 2003 όταν η κυβέρνηση Μπους πίεσε την Άγκυρα να επιτρέψει σε Αμερικανικές δυνάμεις να εισβάλουν στο Ιράκ από τουρκικό έδαφος. Το σχέδιο τελικά απέτυχε την τελευταία στιγμή όταν το κοινοβούλιο εναντιώθηκε σε μια τέτοια προοπτική. Αυτό ήταν το χαμηλό σημείο στις σχέσεις της Τουρκίας με την Αμερική. Αλλά ήταν επίσης η αρχή της οικονομικής ανάπτυξης και ηγεμονίας της Τουρκίας στην περιοχή και η αρχή μιας νέας σχέσης με την Ουάσινγκτον. Οι Τούρκοι λένε ότι θέλουν να γίνουν αυτό που ο υπουργός εξωτερικών Ahmet Davutoglu ονομάζει “ο συνέταιρος που θα λύσει τα προβλήματα της περιοχής”. Όποιες και αν ήταν οι βλέψεις της Τουρκίας στο παρελθόν, μόνο σε αυτή τη δεκαετία, και ιδιαίτερα μετά το 2002 που ανέλαβε την εξουσία ο Erdogan και το ΑΚΠ, έχει την οικονομική και πολιτική ισχύ καθώς και την στρατιωτική επιφάνεια για να εκπληρώσει μια τέτοια αποστολή.
Η οικονομία της Τουρκίας διπλασιάστηκε την τελευταία δεκαετία μετατρέποντας την από οπισθοδρομική σε τοπική δύναμη. Ταυτόχρονα, η έμφαση για την οικονομική της ανάπτυξη μεταφέρθηκε γεωγραφικά κοντύτερα. Η Τουρκία έχει πλέον καλύτερες εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία, το Ιράκ και το Ιράν παρά με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι ενεργειακές πολιτικές ευνόησαν την Τουρκία που βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ενεργειακών διαδρομών προς την Ευρώπη – από την Ρωσία, την Κασπία και το Ιράν. Επίσης, χρόνια μεταρρυθμίσεων και σταθερότητας άρχισαν αν αποδίδουν καρπούς. Η Άγκυρα είναι στα πρόθυρα μια ιστορικής συμφωνίας με την κουρδική μειονότητα ώστε να θέσει ένα τέλος στην εξέγερση που έχει στοιχίσει τη ζωή σε 35.000 άτομα τα τελευταία 25 χρόνια. Ακόμη, βρίσκει κοινό έδαφος με γείτονες χώρες όπως το Ιράν, τη Συρία και τη Αρμενία που στο παρελθόν υποστήριζαν εξεγέρσεις στο έδαφός της. Το σκεπτικό είναι απλό, λέει ένας αξιωματούχος του Erdogan που προτιμά να μείνει ανώνυμος. “Δεν μπορούμε να ευημερήσουμε αν ζούμε σε μια φτωχή γειτονιά. Δεν μπορούμε να είμαστε ασφαλείς αν ζούμε σε μια βίαιη γειτονιά”.
Υπάρχουν και άλλα πλεονεκτήματα. Ως αποτέλεσμα δημιουργικής διπλωματίας και αναπτυσσόμενης οικονομικής δραστηριότητας στην περιοχή η Τουρκία βρίσκεται κοντά στο στόχο που ο Davutoglu αποκαλεί “πολιτική μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες”. Η προσέγγιση αυτή έχει ισχυροποιήσει την Τουρκία ακόμη περισσότερο. Οι Τούρκοι έχουν γίνει διπλωματικοί μεσάζοντες της προβληματικής αυτής περιοχής, και καλούνται να βοηθήσουν στις διαμάχες ανάμεσα στις Παλαιστινιακές ομάδες της Φατάχ και της Χαμάς, ανάμεσα στο Ιράκ και τη Συρία, ακόμη και ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Συρία παρά το γεγονός ότι ο Erdogan εναντιώθηκε στους Ισραηλινούς στο Νταβός. “Η Σαουδική Αραβία βλέπει με καλό μάτι την ηγετική στάση της Τουρκίας”, λέει ο Jamal Khashoggi, εκδότης της καθημερινής εφημερίδας Al-Watan. Ένας από τους παράγοντες που κάνουν την Τουρκία αγαπητή είναι ότι ο πρωθυπουργός Erdogan έχει έντονη ισλαμική απόχρωση, και μάλιστα σουνιτική, “έστω και αν οι Τούρκοι αξιωματούχοι δεν το λένε δημοσίως”.
Η Άγκυρα επιμένει ότι οι καινούριες της φιλίες στην περιοχή δεν θέτουν σε κίνδυνο τις παραδοσιακές σχέσεις της με τη Δύση. “Το ΝΑΤΟ είναι ο ισχυρότερος σύμμαχος της Τουρκίας, και η ενσωμάτωση στην Ευρώπη ο κύριος στόχος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής,” επιμένει ο Davutoglu, “Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι λόγω αυτών των ισχυρών δεσμών, θα γυρίσουμε την πλάτη μας στη Μέση Ανατολή, την Ασία, την Κεντρική Ασία, τη Βόρεια Αφρική ή την Αφρική”.
Βασισμένο σε άρθρο των Owen Matthews και Christopher Dickey, NewsWeek, 28 Νοεμβρίου, 2009.
0 Σχόλια